Είναι οι ήρωες των ηρώων, αυτοί που έδωσαν και τήρησαν τον όρκο του Ιπποκράτη. Είναι οι «γιατροί του κόσμου», του απλού κόσμου που πάσχει και δεν έχει τα μέσα για να θεραπευτεί. Εχουν ταξιδέψει μέχρι τα πέρατα της γης κάνοντας αμέτρητα χιλιόμετρα κάτω από πολύ δύσκολες συνθήκες, για να συναντήσουν τον πόνο και να τον γιατρέψουν. Η «Espresso της Κυριακής» συνάντησε τους ανθρώπους που έχουν διακινδυνεύσει ακόμη και τη ζωή τους για να σώσουν συνανθρώπους μας και καταγράφει τις συγκλονιστικές ιστορίες τους.
ΝΙΚΗΤΑΣ ΚΑΝΑΚΗΣ (πρόεδρος ΜΚΟ «Γιατροί του Κόσμου»): Εχει ταξιδέψει σχεδόν σε όλον τον κόσμο. Εχει συμμετάσχει σε περισσότερες από 150 ανθρωπιστικές αποστολές και ένιωσε τον κίνδυνο ουκ ολίγες φορές. Ο γιατρός και πρόεδρος της Μη Κυβερνητικής Οργάνωσης «Γιατροί του Κόσμου» Νικήτας Κανάκης μας λέει: «Δεν σας κρύβω ότι κάποτε σκέφτηκα να τα παρατήσω, είχα κουραστεί πάρα πολύ. Φεύγοντας για την Ουγκάντα έλεγα ότι αυτή θα ήταν και η τελευταία μου αποστολή. Ομως, μόλις έφτασα σε ένα μικρό χωριό τρεις ώρες μακριά από την Καμπάλα, με περίμεναν περίπου 800 μικρά παιδιά. Πεινασμένα, ξυπόλυτα, άρρωστα… Τότε κατάλαβα ότι δεν έχω δικαίωμα να σταματήσω. Κοιτώντας τα παιδικά μάτια τους πήρα δύναμη και συνέχισα».
Εχει βρεθεί αρκετές φορές στην πρώτη γραμμή του πυρός, σε εμπόλεμη ζώνη. «Αυτό που δεν θα ξεχάσω ποτέ ήταν όταν ήμουν την πρώτη κρίσιμη περίοδο στη Λωρίδα της Γάζας. Περνώντας τα σύνορα είχα αφήσει το φαρμακευτικό υλικό πίσω μου και θέλησα να γυρίσω πεζός να διαπραγματευτώ με τους συνοριοφύλακες. Πλησιάζοντάς τους όμως κατάλαβα ότι είχα γίνει “κινούμενος στόχος”. Είχαν παρατάξει τα όπλα και ήταν έτοιμοι να τραβήξουν τη σκανδάλη. Ευτυχώς, γλίτωσα» λέει με ανακούφιση.
Στον Λίβανο, στην Παλαιστίνη, τη Βαγδάτη, στο Αφγανιστάν ο γιατρός Νικήτας Κανάκης βρέθηκε πριν τελειώσει ο πόλεμος. «Στη Βαγδάτη και στο Ιράκ βλέπαμε τις βόμβες να σκάνε λίγα μέτρα μακριά μας» μας λέει με ψυχραιμία. Υστερα από τόσες πολλές αποστολές στο ενεργητικό του και μετά από δεκατέσσερα χρόνια αυτοθυσίας και προσφοράς δείχνει να έχει εξοικειωθεί με την ιδέα του θανάτου. «Αυτά είναι μέσα στο πρόγραμμα, έχουμε μάθει πλέον να ζούμε με τον κίνδυνο. Ο θάνατος δεν με τρομάζει πια. Εχουν δει πολλά τα μάτια μου. Συγκινούμαι μόνο με τη δύναμη της ζωής».
Στο ιατρείο του, στην Αθήνα, υπάρχει μια παιδική ζωγραφιά, ένα χρωματιστό βραχιολάκι από κλωστές και μια πάνινη παιδική κούκλα. «Αυτά είναι τα δώρα που μου χάρισαν οι φίλοι μου στο εξωτερικό» μας λέει χαμογελώντας ο γιατρός και το βλέμμα του ταξιδεύει στη Βαγδάτη, τότε που ένα μικρό κοριτσάκι είχε χτυπηθεί από τον καρκίνο και λίγο πριν πεθάνει χάρισε τη μοναδική κούκλα που είχε στον γιατρό που βρισκόταν πλάι της. Ενα παιδάκι από την Τανζανία όταν έφτασε η ώρα που θα αποχωρούσε ο γιατρός από τη χώρα του, τον αγκάλιασε σφιχτά και του χάρισε το μοναδικό του στολίδι, ένα πολύχρωμο βραχιολάκι. «Είναι κάποια παιδιά που δεν θα τα ξεχάσω ποτέ» λέει συγκινημένος και χαμογελώντας αναρωτιέται: «Ακόμα δεν μπορώ να καταλάβω πώς γίνεται και σε κάθε μας ταξίδι πάντοτε ένα μικρό παιδί “κολλάει” δίπλα μου και γίνεται ο μικρός μου βοηθός. Αυτό το παιδί είναι σαν να το υιοθετώ κάθε φορά».
ΜΙΛΤΙΑΔΗΣ ΣΑΡΗΓΙΑΝΝΙΔΗΣ (πλαστικός χειρουργός)
«Μας είπαν “μην πάτε στην Αϊτήγιατί δεν θα γυρίσετε πίσω ποτέ”»
Οταν πήγε στο υπουργείο Εξωτερικών για να ετοιμάσει τα επίσημα έγγραφα που χρειαζόταν για το μεγάλο ταξίδι στην Αϊτή, μετά τον πρόσφατο καταστροφικό σεισμό, ένας υπάλληλος του υπουργείου του είπε: «Μην πάτε γιατί, αν πάτε, δεν θα γυρίσετε ποτέ, ή αν γυρίσετε, θα είστε μισοί». Παρ’ όλα αυτά, πήγε. Βοήθησε εκατοντάδες ανήμπορους ανθρώπους και γύρισε.
«Αν μπορούσα θα ξαναπήγαινα» δηλώνει αποφασιστικά ο πλαστικός χειρουργός Μιλτιάδης Σαρηγιαννίδης. «Ημασταν από τους πρώτους που φτάσαμε στην Αϊτή. Η πρώτη εικόνα που αντίκρισα έδινε την εντύπωση της απόλυτης καταστροφής» μας περιγράφει. Εχουν περάσει περίπου τρεις μήνες από τότε που επέστρεψε από την «κόλαση» της Αϊτής, όμως οι μνήμες της φρίκης που αντίκρισε είναι ακόμα ζωντανές. «Αυτό που θα θυμάμαι πάντα είναι το κλάμα από ένα 7χρονο κοριτσάκι» μας λέει και η φωνή του τρέμει από συγκίνηση. «Την πρώτη μέρα που έφτασα στον τόπο της καταστροφής, είδα έξω από τη σκηνή μας περίπου δεκαπέντε μικρά παιδιά, από τριών έως δέκα χρόνων το πολύ, με ρούχα σκισμένα και λερωμένα. Ολα ήταν βαριά χτυπημένα από τον σεισμό. Τα παιδιά αυτά φιλοξενούνταν σε ορφανοτροφείο και ο ισχυρός σεισμός κατεδάφισε ολοσχερώς το κτίριο. Τα περισσότερα πέθαναν, αυτά είχαν την τύχη να επιζήσουν. Το βλέμμα μου έπεσε πάνω σε ένα κοριτσάκι επτά ετών. Εμφανώς ταλαιπωρημένο, χωρίς παπούτσια, με ρούχα σκισμένα. Καθώς με πλησίασε, είδα ότι είχε χτυπηθεί άσχημα, είχε ένα μεγάλο τραύμα το οποίο ήταν ανοιχτό. Το κοριτσάκι με κοίταζε βαθιά μέσα στα μάτια χωρίς να διαμαρτύρεται για την πληγή της, εγώ όμως ήξερα ότι υπέφερε από το τραύμα της. Οταν ξεκίνησα να ράβω την πληγή της πολύ πρόχειρα και με ό,τι μέσα διέθετα εκείνη τη στιγμή, μόνο τότε άκουσα το κλάμα της. Εκλαιγε σιωπηλά».
Ο ίδιος έχει συμμετάσχει σε πολλές ανθρωπιστικές αποστολές. Εχει κινδυνέψει αρκετές φορές. «Μαθαίνεις να ζεις με τον κίνδυνο» μας εξηγεί και συμπληρώνει: «Οταν πήγα στο Ιράκ, δίπλα από τις σκηνές που μέναμε έπεφταν πυροβολισμοί, ακατάπαυστα... Το κτίριο του ΟΗΕ που επισκεπτόμουν σχεδόν καθημερινά για να στέλνω email στην Ελλάδα, ανατινάχτηκε και σκοτώθηκαν όλοι όσοι βρίσκονταν μέσα εκείνη τη στιγμή». Για να φτάσει μέχρι το Ιράκ χρειάστηκε να κάνει ένα πολύ δύσκολο οδικό ταξίδι.
«Κοιμηθήκαμε σε ένα στρατόπεδο στη μέση του πουθενά» μας λέει, ενώ για περισσότερες από είκοσι ημέρες τρέφονταν με σκέτο ρύζι. «Αυτά δεν με ενοχλούν καθόλου, ούτε που τα σκέφτομαι. Σκέφτομαι τον στόχο μου και στόχος μου είναι να απαλύνω όσο μπορώ τον πόνο των ανθρώπων που έχουν χτυπηθεί».
ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΟΥΖΑΛΑΣ (γυναικολόγος)
«Πάντα κλαίω το βράδυ στη σκηνή μου»
Τα τελευταία είκοσι χρόνια ταξιδεύει σε πληγείσες χώρες μεταφέροντας στις αποσκευές του εκτός από φαρμακευτικό υλικό και την ελπίδα. Πιστός στον όρκο του Ιπποκράτη, ο γυναικολόγος Γιάννης Μουζάλας έχει συμμετάσχει σε αμέτρητες αποστολές ανθρωπιστικής βοήθειας. Πρόσφατα βρέθηκε στον σεισμό της Αϊτής. Οι συνθήκες δύσκολες. Η ανάγκη για βοήθεια, μεγάλη. Ολη μέρα βρισκόταν επί το έργον, το βράδυ όμως που αποσυρόταν στη σκηνή του και έκανε τον απολογισμό της ημέρας λύγιζε. «Εχω κλάψει αρκετές φορές. Πάντα όμως μόνος μου, το βράδυ στη σκηνή μου. Αυτό είναι κάτι δικό μου, εγώ βρίσκομαι εκεί γιατί κάποιοι άνθρωποι έχουν ανάγκη την ψυχραιμία μου και όχι το κλάμα μου» μας λέει. Προσπαθούσε μέσα σε δύσκολες συνθήκες να «γεννήσει» ζωή. «Στις αποστολές παλεύουμε με την έλλειψη χειρουργείων, την έλλειψη φαρμάκων, την έλλειψη υποδομών. Χειρουργούμε σε αντίσκηνα».
Στην ερώτησή μας τι έχει χαραχτεί στη μνήμη του από τις τόσες αποστολές μας απαντά: «Ο ίδιος απαρηγόρητος τρόπος με τον οποίο κάθε φορά οι μάνες σε όλα τα μέρη της Γης πενθούν το χαμένο τους παιδί».
ΓΙΑΝΝΗΣ ΤΟΡΝΙΚΙΔΗΣ (χειρουργός)
«Ακρωτηρίασα, με πρωτόγονα μέσα ένα παιδί τριών ετών»
«Βρέθηκα στην Αϊτή μετά τον μεγάλο σεισμό. Ταξίδεψα μέχρις εκεί ζητώντας από το ελληνικό δημόσιο νοσοκομείο όπου εργάζομαι την καλοκαιρινή μου άδεια, γιατί η νομοθεσία δεν μας επιτρέπει να παίρνουμε άλλη άδεια. Εμεινα για έναν μήνα. Θα θυμάμαι για πάντα όμως ένα παιδάκι τριών ετών, που με συγκλόνισε η δύναμή του για ζωή. Ηρθε το πρωί στο υπαίθριο ιατρείο μας και το δαχτυλάκι του έπασχε από γάγγραινα. Αναγκάστηκα με πολύ πρωτόγονα μέσα να του ακρωτηριάσω το ένα του χεράκι, μέχρι τον καρπό, γιατί διαφορετικά θα πέθαινε. Για μένα ήταν πολύ σκληρό, να κάνεις χειρουργείο σε ένα μωράκι χρησιμοποιώντας τοπική αναισθησία και λιγοστά ιατρικά εργαλεία. Ωστόσο, όταν τελείωσα και έδεσα την πληγή του, το ίδιο απόγευμα ήρθε το παιδάκι αυτό και με το ένα του πλέον χεράκι έπιασε το δικό μου χέρι και με τράβηξε. Ηθελε να πάμε να παίξουμε... Με θεωρούσε φίλο του».
ΑΝΝΑ ΚΑΡΑΒΟΚΥΡΗ
Φωτ: ΓΙΑΝΝΗΣ ΓΙΑΝΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ